- ψευδοπρομηκικός
- -ή, -ό, Νιατρ. φρ. «ψευδοπρομηκική παράλυση» — παράλυση τών μυών τού στόματος, τής γλώσσας, τού υπερώιου ιστίου και τού φάρυγγα, που θυμίζει προμηκική παράλυση.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)-* + προμηκικός. Η λ. είναι νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. αγγλ. pseudobulbar].
Dictionary of Greek. 2013.